Ισχυρό ΓεΣΥ με ποιότητα, επενδυτικά κίνητρα και έλεγχο των καταχρήσεων

Αναστάσιος Καλογιάννης*

Είναι πλέον ώρα η πολιτεία να ζητήσει και να επιβάλει την ποιότητα στις υπηρεσίες υγείας, να συστήσει μητρώα πιστοποιημένων-διαπιστευμένων παρόχων και όχι απλώς αδειοδοτημένων.

Οι παθογένειες που έχουν επισημανθεί μέχρι σήμερα, από πολλούς παροχείς, αλλά και χρήστες του ΓεΣΥ, είναι αρκετές.

Τον Ιούνιο του 2019 η Κύπρος, ύστερα από δεκαετίες προσπαθειών, εγκαινίασε το Γενικό Σύστημα Υγείας – τη μεγαλύτερη κοινωνική μεταρρύθμιση στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως χαρακτηρίζεται. Έκτοτε, το ΓεΣΥ έχει επιτύχει να εδραιωθεί ως θεσμός στη συνείδηση σχεδόν 1 εκατομμυρίου πολιτών, καθιστώντας την πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας περισσότερο εύκολη και καθολική από ποτέ, παρά το γεγονός ότι η εισαγωγή του συστήματος συνέπεσε σχεδόν χρονικά με την πανδημία της Covid-19, αυξάνοντας δραματικά τις προκλήσεις και τις ανάγκες που κλήθηκε εξαρχής να καλύψει.

Μετά από σχεδόν τέσσερα χρόνια λειτουργίας όμως, η -αυτονόητα απαραίτητη- περίοδος χάριτος θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει παρέλθει. Με το ποσοτικό στοίχημα της ένταξης σημαντικού αριθμού παρόχων να έχει κερδηθεί, ένα νέο ουσιαστικότερο προκύπτει. Αυτό της βελτίωσης της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών και της αντιμετώπισης των καταχρήσεων. Δύο σημαντικών παραμέτρων, η έλλειψη των οποίων διαβρώνει την αποδοχή του συστήματος από πολίτες και παρόχους, θέτοντας εν αμφιβόλω τη μακροπρόθεσμη επιτυχία ή και βιωσιμότητά του.

Οι παθογένειες που έχουν επισημανθεί μέχρι σήμερα, από πολλούς παροχείς, αλλά και χρήστες του ΓεΣΥ, είναι αρκετές. Ενδεικτικά: Πλήρης απουσία κριτηρίων ποιοτικής αξιολόγησης παρόχων, επιδόσεων και προσφερόμενων υπηρεσιών. Αρχιτεκτονική λογισμικού ΓεΣΥ με την οποία οι δικαιούχοι αναζητούν κέντρα και παροχείς με μόνο γνώμονα την ειδικότητα και τοποθεσία τους, δίχως άλλα σημαντικά κριτήρια επιλογής, όπως η πιστοποίηση, τα προσόντα (εξειδικεύσεις) του επιστημονικού προσωπικού, το είδος και η ποιότητα του τεχνολογικού εξοπλισμού κ.ά.. Αντιμετωπίζονται όλοι οι παροχείς ως ίδιοι, τόσο στην παρουσίαση όσο και αποζημίωσή τους, ανεξάρτητα από εξειδικεύσεις, ή από ποιοτικά κριτήρια του διαθέσιμου εξοπλισμού τους. Με αυτά τα δεδομένα, ο μεν δικαιούχος δεν ενημερώνεται και δεν προστατεύεται όσο η ελευθερία επιλογής που πρεσβεύει το ΓεΣΥ θα του επέτρεπε, ο δε πάροχος που επενδύει σε ποιότητα, τεχνογνωσία και καινοτομία, τιμωρείται μην εισπράττοντας τη δέουσα αναγνώριση και ανταπόδοση.

Ειδικότερα, η χρήση παλαιού εξοπλισμού, αμφιβόλου ποιότητας και αποτελεσματικότητας, είναι δυστυχώς ευρεία, και παρόλο που έχει απασχολήσει αρκετές φορές το δημόσιο διάλογο, δεν έχουν μέχρι σήμερα ληφθεί μέτρα για τη διόρθωση αυτής της σοβαρής στρέβλωσης. Παρά τις σημαντικές επενδύσεις που έχουν γίνει σχετικά από ορισμένους παρόχους, στην πράξη εξακολουθούμε να παρατηρούμε την εξίσωση όσων επενδύουν σε ποιότητα, καινοτομία και γνώση με όσους το αποφεύγουν, με αποτέλεσμα οι μεν πολίτες να μη γνωρίζουν τι ποιότητας υπηρεσίες λαμβάνουν, οι δε παροχείς, να αποθαρρύνονται να επενδύσουν. Καθίσταται επομένως απολύτως αναγκαία η ενημέρωση των πολιτών για θέματα ποιότητας υπηρεσιών, η ενίσχυση των φορέων που επενδύουν
σε ποιότητα και καινοτομία και η διαφοροποίηση του μοντέλου αποζημίωσης του ΟΑΥ που, έχοντας εξασφαλίσει σημαντική επάρκεια προσφερόμενων υπηρεσιών, οφείλει να διασυνδέσει την αποζημίωση αυτών με την ποιότητα και αξιολόγηση μονάδων, προσωπικού και μηχανημάτων, ελέγχοντας την ασφάλεια, την καταλληλότητα υποδομών, εξοπλισμού και ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και την επάρκεια πόρων, αξιοπιστία, καινοτομία και αποτελεσματικότητα.

Ελλείψει αποτελεσματικών μηχανισμών ελέγχου, αξιολόγησης και έμπρακτης αναγνώρισης της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών, γινόμαστε όλοι πολύ συχνά μάρτυρες καταχρήσεων του συστήματος, με ότι αυτό συνεπάγεται για την υγεία των πολιτών, αλλά και για την ευημερία του ΓεΣΥ, εφόσον οι πόροι του κατασπαταλούνται.

Είναι πλέον ώρα η πολιτεία να ζητήσει και να επιβάλει την ποιότητα στις υπηρεσίες υγείας, να συστήσει μητρώα πιστοποιημένων-διαπιστευμένων παρόχων και όχι απλώς αδειοδοτημένων, να θέσει κριτήρια ποιότητας για το χρησιμοποιούμενο εξοπλισμό και να συνδέσει αυτά με την αποζημίωση εξετάσεων, να επιβάλει πρωτόκολλα υλοποίησης εξετάσεων, να δώσει κίνητρα όπως φοροαπαλλαγές ή μειωμένο ΦΠΑ για επενδύσεις, να περιορίσει δραστικά τις καταχρήσεις με αυστηρούς ελέγχους από ελεγκτικούς μηχανισμούς που θα λειτουργούν με έμπειρα στελέχη σπάζοντας τα συγκοινωνούντα δοχεία του σήμερα, να προβεί σε έλεγχο κέντρων και να θέσει ελάχιστα όρια ασφαλείας για εξοπλισμό και προσωπικό. Γνώση και καλές πρακτικές υπάρχουν. Θέληση και όραμα χρειάζονται για ένα ποιοτικό, αξιόπιστο, καινοτόμο και αναπτυξιακό ΓεΣΥ, που θα εμπνέει σιγουριά στους χρήστες του, θα προάγει και αμείβει την ποιότητα και θα καταστεί πόλος ανάπτυξης της οικονομίας, προσελκύοντας νέες επενδύσεις για την υγεία και ευημερία όλων.

Εν κατακλείδει, με τον ιδιωτικό τομέα να έχει στηρίξει έμπρακτα και όσο ποτέ άλλοτε, με μια σειρά επενδύσεων, όλο το φάσμα των υπηρεσιών υγείας μετά την υλοποίηση του ΓεΣΥ, είναι ουσιώδους σημασίας στο εξής να εστιάσουμε την προσοχή στη βελτίωση της ποιότητας και την αντιμετώπιση των καταχρήσεων. Διαφορετικά, η βιωσιμότητα του συστήματος αναπόφευκτα θα απειληθεί και, το κυριότερο, ο Κύπριος ασθενής θα βιώσει τις συνέπειες.

*Διευθυντής Λειτουργίας και Ανάπτυξης του Ομίλου ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ στην Κύπρο